Βασικά σημεία συνέντευξης στο Ρ/Σ «ΝΕΤ 105,8» και στους Δημοσιογράφους Παναγιώτη Σαράντη και Παναγιώτη Τσιούτσια

Αθήνα, 11/07/2011

«Πρέπει να ανακτήσουμε το χαμένο χρόνο και να προχωρήσουμε άμεσα στην εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος», δήλωσε στο Ρ/Σ «ΝΕΤ 105,8» η Βουλευτής Φθιώτιδας Κατερίνα Μπατζελή.
Η κ. Μπατζελή τόνισε ότι αυτή την περίοδο υπάρχει ένας διάχυτος πολιτικός προβληματισμός στην Ελλάδα και την Ε.Ε για το μέλλον της Ευρώπης επισημαίνοντας ότι τώρα «δοκιμάζεται» η ανθεκτικότητα της Ε.Ε να αντιμετωπίσει τη «λαίλαπα» της επίθεσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος. «Η Ε.Ε περνά ένα "crash test" το οποίο θα κρίνει και την πορεία της», τόνισε η κ. Μπατζελή.
Ερωτώμενη για τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα και την ενοποίηση-κατάργηση δημόσιων οργανισμών η πρ. Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επισήμανε ότι «η απόλυση δεν είναι αυτοσκοπός και ότι η συρρίκνωση του δημοσίου τομέα θα πρέπει να γίνει με γνώμονα την ενδυνάμωση της ποιοτικής λειτουργίας του δημόσιου τομέα».

Ειδικότερα:

Για Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα:
Δεν έχουμε την πολυτέλεια της ήπιας προσαρμογής. Δυστυχώς οι αλλαγές στη χώρα μας γίνονται με απότομο τρόπο τις οποίες όμως πρέπει όλοι μας να κατανοήσουμε.
Επικρατεί πολιτικός προβληματισμός για το κατά πόσο μπορούν να προχωρήσουν πολύ γρήγορα οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας που ήταν απαραίτητο να γίνουν για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και της ίδιας της κοινωνίας.
Πρέπει να τεθεί ένα χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου για δύο λόγους. Πρώτον για να κερδίσουμε το χαμένο χρονικό διάστημα της προετοιμασίας του κρατικού μηχανισμού και της δημόσιας διοίκησης και δεύτερον για να είμαστε συνεπείς στους χρόνους που έχουν τεθεί και από τους διεθνείς εταίρους μας στα πλαίσια της αποδοχής και έγκρισης της χρηματοδότησης του «πακέτου» για την έξοδο της χώρας από την κρίση.

Για την κρίση στην Ευρώπη:
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά επικρατεί ένας προβληματισμός για την ανθεκτικότητα και τη δυνατότητα της Ε.Ε. να αντιμετωπίσει αυτή τη «λαίλαπα» της επίθεσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αναφέρομαι κυρίως στην κερδοσκοπική του πλευρά.
Είναι σαφές ότι γίνεται πλέον κατανοητό από όλες τις πολιτικές δυνάμεις ότι εάν η Ε.Ε. δεν αποκτήσει ένα δικό της μηχανισμό ή δεν ενεργοποιήσει το μηχανισμό στήριξης βάσει του οποίου θα μπορέσει το δημόσιο χρέος κάθε κράτους- μέλους να γίνει εν μέρει και ευρωπαϊκό χρέος, η Ε.Ε. δε θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την «αβυσσαλέα» επιθετικότητα των αδέσποτων κεφαλαίων σε διεθνές επίπεδο.
Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. παραμένουν αλληλένδετα με τα τραπεζικά τους συστήματα. Αποδεικνύεται πλέον ότι η Γερμανία τα τελευταία δύο, τρία χρόνια έχει κερδίσει από αυτή τη διαταραχή. Και τώρα εφόσον η κρίση γίνεται ενδογενής ενεργοποιούνται πολύ πιο έντονα οι δικοί της μηχανισμοί για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα.

Για απολύσεις στο Δημόσιο Τομέα-Εργασιακή Εφεδρεία:
Σε ό,τι αφορά τις ημερομηνίες των αποκρατικοποιήσεων και της εργασιακής εφεδρείας, θα πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε βάσει όχι των πραγματικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας, αλλά με γνώμονα τα πραγματικά οικονομικά μεγέθη που θα φέρουν.
Για ό,τι αφορά τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα, δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε και να μεταφέρουμε τον κίνδυνο του υπέρογκου δημοσίου για το απώτερο μέλλον.
Η συρρίκνωση του δημοσίου τομέα θα πρέπει να γίνει με αντικειμενικά κριτήρια τα οποία από τη μία θα ενδυναμώνουν την ποιοτική λειτουργία του δημόσιου τομέα και από την άλλη θα δημιουργούν τις προϋποθέσεις στον ιδιωτικό τομέα ώστε όσοι θα φύγουν από το δημόσιο να μπορέσουν να βρουν απασχόληση.
Ο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας θα έπρεπε να είχαν αναπτύξει έναν ταυτόχρονο και κοινό βηματισμό στην αναδιάρθρωσή τους. Άλλωστε ο λόγος που θέλουμε να αναδιαρθρώσουμε το δημόσιο τομέα είναι για να υπάρξει επαρκές ανθρώπινο δυναμικό για να στελεχώσει τον ιδιωτικό τομέα κάτω από διαφορετικές προϋποθέσεις. Δυστυχώς αυτός ο ταυτόχρονος βηματισμός δεν έγινε. Γιʼ αυτό πρέπει να κερδίσουμε έδαφος.
Στη διαδικασία ενοποίησης των φορέων δεν είναι η απόλυση αυτοσκοπός. Αυτοσκοπός είναι η απόκτηση συγκροτημένης πολιτικής για ένα ζήτημα που πρέπει να προταχθεί ως δομική αλλαγή στην ελληνική δημόσια διοίκηση.