Άρθρο της Κατερίνας Μπατζελή στην εφημερίδα «ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ» με τίτλο: «Κανένας ενδοιασμός και καθυστέρηση για τις μεταρρυθμίσεις»






Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το τελευταίο διάστημα βιώνουμε έναν «κυκεώνα» εξελίξεων σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η αναζωπύρωση των φόβων για επανάληψη μιας νέας παγκόσμιας ύφεσης από τη μία και από την άλλη η αναβλητική στάση των πολιτικών δυνάμεων της Ε.Ε για άμεση εξεύρεση βιώσιμης και αποτελεσματικής λύσης στο ζήτημα της νέας θεσμικής και οικονομικής της διακυβέρνησης δυσχεραίνουν ολοένα και περισσότερο την αντιμετώπιση του «ελληνικού ζητήματος», βυθίζοντας παράλληλα πολλές χώρες-μέλη στο φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Είναι πλέον κυρίαρχη η αίσθηση ότι η απουσία πολιτικής σύμπλευσης για την άμεση εφαρμογή των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιουλίου που στην ουσία σηματοδοτούν μόνο την αρχή των μεγάλων και θεσμικών οικονομικών αλλαγών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, δίνει «τροφή» στους οίκους αξιολόγησης, στις κερδοσκοπικές επιθέσεις, στην αβεβαιότητα για το μέλλον της ίδιας της Ε.Ε. Αλλά και «παράταση ζωής» στην ανακυκλούμενη οικονομική κρίση.
Είναι βέβαιο όμως ότι πλέον δεν υπάρχουν περιθώρια για ελιγμούς. Το αντίθετο.  Η Ε.Ε πρέπει να επιδείξει τη δέουσα πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα ώστε να επιτύχει μεγαλύτερη σταθερότητα, μεγαλύτερη επίδειξη αλληλεγγύης  και να στραφεί στην όσο το δυνατόν ταχύτερη οικονομική και χρηματοπιστωτική ενοποίηση για τη βελτίωση του συντονισμού των δημοσίων οικονομικών των κρατών-μελών και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών στην Ευρωζώνη.
Στα πλαίσια αυτά παραμένει πάντα επίκαιρη και η έκδοση ευρω-ομολόγου. Ένα πάγιο αίτημα των προοδευτικών πολιτικών κομμάτων τα οποία επί της ουσίας θέλουν να αντιταχτούν στην ανεξέλεγκτη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην αναμόρφωση του δημοσίου χρέους.
Στο λαβύρινθο της κρίσης, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με δύο κύριες προκλήσεις. Αυτήν της διασφάλισης της δημοσιονομικής της εξυγίανσης  και αυτή της ανάπτυξης. Και όσο δε διατίθενται πόροι για την ανάπτυξη, τόσο θα εγκλωβιζόμαστε στο δημοσιονομικό βραχνά και  θα παραμένουμε δέσμιοι της ύφεσης.
Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κλήθηκε στην πιο δύσκολη από τη μεταπολίτευση οικονομική περίοδο να «κόψει» τον ομφάλιο λώρο που συνδέει παρελθοντικές πρακτικές και νοοτροπίες οι οποίες συνέβαλαν σε έναν υπερδιογκωμένο δημόσιο τομέα, σε κακοδιαχείριση και σπατάλη των δημοσίων πόρων, στην υπερκατανάλωση, δημόσια και ιδιωτική, αλλά και στην πλασματική ανάπτυξη.  
Η περίοδος των καλλιεργούμενων ψευδαιθήσεων για τη διατήρηση του προτύπου ανάπτυξης που βασιζόταν στο τι θα καταναλώσουμε σήμερα παρά στο τι θα παράγουμε αύριο έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Τουναντίον θεωρείται επιβεβλημένη η στροφή σε πολιτικές αποτελεσματικότερης εξοικονόμησης των δημοσίων πόρων,  εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης, επενδύσεις μεγάλης κλίμακας, όπως υποδομές, ενέργεια, τουρισμό.
Κανείς δεν πιστεύει ότι η διασφάλιση της έκτης ή έβδομης δόσης θα επιλύσει την παθογένεια της ελληνικής οικονομίας ή θα διασώσει το οικονομικό ευρωπαϊκό σύστημα.
Σε εθνικό επίπεδο οφείλουμε να συνεχίσουμε την εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος για την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, διευρύνοντας παράλληλα τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που θα δώσουν ώθηση προς τα εμπρός.  
Πλέον το νέο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας απαιτεί αλλαγές στο κόστος εργασίας, της απόδοσης των κεφαλαίων, της μείωσης της σπατάλης, της μεταφοράς πόρων από το δημόσιο τομέα σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και  της φορολογικής σύγκλισης. 
Είναι θετικό ότι ήδη άρχισαν να διαφαίνονται «αχτίνες φωτός» στο τούνελ του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η συγχώνευση των τραπεζών Αlpha-Eurobank, αλλά και το σχέδιο νόμου για τη θωράκιση της εποπτείας και την εξυγίανση των τραπεζών θα συμβάλλουν σημαντικά στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, ενώ το άνοιγμα των διεπιχειρησιακών συνεργασιών με ξένους επενδυτές, όπως οι Γερμανοί, η επιτάχυνση στην απορροφητικότητα των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, το σχέδιο νόμου για την προπτωχευτική διαδικασία που δίνει το «φιλί της ζωής» σε πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το νέο πλαίσιο σύναψης δημοσίων συμβάσεων για την ενίσχυση της διαφάνειας αποτελούν σημαντικές πολιτικές για ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας  της χώρας στο βαθμό που θα δημιουργηθεί μια οικονομία βιώσιμη και σταθερά αναπτυσσόμενη.